Ιστορικό Αμπετείου Σχολής
Ήταν Έλληνες, με καταγωγή, λέγεται, από την Χίο και οικογενειακό επώνυμο Θεοδούλου.
Ο προπάππος των τριών αδελφών μετανάστευσε στην πόλη Μπάαλμπεκ της Συρίας τότε – του Λιβάνου τώρα – και αμέσως μετά, μεταξύ του 1710 και 1720, στο Κάϊρο της Αιγύπτου, μαζί με τα δύο του παιδιά, τον Δημήτριο και τον Ιάκωβο, οπότε και άλλαξε το επώνυμό του σε Αμπέτ (Θεόδουλος > Αμπτ-αλλάχ>Αμπτ>Αμπέτ). Από τα δύο παιδιά, ο Ιάκωβος αποκτά τον Μιχαήλ που παντρεύεται τη Ελένη και γεννούν την Σουζάνα, τον Παύλο, τον Ραφαήλ (Κάϊρο 1780 – Κάϊρο 1866), τον Ανανία (Κάϊρο 1790 – Αλεξάνδρεια 1861) και τον Γεώργιο.
Οι αδελφοί Αμπέτ ασχολήθηκαν με το εμπόριο στην Αίγυπτο και στην Αγγλία και ίδρυσαν δική τους τράπεζα. Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας έγιναν Έλληνες πολίτες και δημότες Σύρου.
Οι αδελφοί Ραφαήλ, Ανανίας, και Γεώργιος Αμπέτ αποφασίζουν, μετά από προτροπή του Γεωργίου, να διαθέσουν ένα οικόπεδο στην συνοικία Γκουανία της Γκαμαλία (κοντά στο σημερινό Μούσκι) στο Κάίρο, και να κτίσουν ένα κτίριο, κατάλληλο για σχολείο αρρένων, το οποίο άρχισε να λειτουργεί το 1860, εξ'ού και η μαρμάρινη επιγραφή, που συνέταξε, κατά παράκληση του Ανανία, ο τότε καθηγητής Ελληνικών Γραμμάτων του Πανεπιστημίου Αθηνών, Φίλιππος Ιωάννου (1796 – 1880), και βρίσκεται σήμερα στην είσοδο των γραφείων της Εφορείας, στο κτίριο των Χαντάικ ελ Κούμπα.
Τα επίσημα εγκαίνια της Σχολής έγιναν την 31η Ιανουαρίου 1861, όπως μαρτυρεί και η πρόσκληση που έστειλε ο Ραφαήλ στον φυσικό προστάτη της Σχολής, τον Έλληνα Πρόξενο της Ελλάδας στο Κάϊρο, αρ. πρωτ. 44 / 27.01.1861.
Οι τρεις αδελφοί Αμπέτ, απέδειξαν την προσήλωσή τους σ΄αυτό το έργο με καταγεγραμμένες πράξεις, που ισχύουν μέχρι σήμερα.
Ο Γεώργιος, μετά θάνατο, κληροδοτεί στο σχολείο 3.704 λίρες, και 20.000 τάλαντα, πολύ σεβαστό ποσό την εποχή εκείνη.
Οι Ανανίας και Ραφαήλ, συνεχίζουν το έργο και ορίζουν στη διαθήκη τους, να ασκείται η διοίκηση του σχολείου από μία Εφορεία, της οποίας Πρόεδρος θα είναι ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος της Ιεράς Μονής της Αγίας Αικατερίνης, στο Σινά. Εξ΄ού και οι στενοί δεσμοί της Ιεράς Μονής με την Αμπέτειο Σχολή.
Με τον ξαφνικό θάνατο του Ανανία το 1861, το Σχολείο βρίσκεται κατά 40.000 λίρες πλουσιότερο και αργότερα ο Ραφαήλ προικίζει την Σχολή με 8.500 στρέμματα γης.
Η λειτουργία του σχολείου ξεκίνησε με 4 τάξεις του δημοτικού και δύο του ελληνικού. Αξίζει να αναφέρομε, πως πρώτος Σχολάρχης ήταν ο Αθ. Βιολέττας, Αγωνιστής του 1821 που είχε χάσει ένα μέλος του σώματός του σε μάχη. Αραβικά, δίδασκε ένας υπάλληλος του Ραφαήλ, υιοθετημένος, που έφερε το επώνυμο Αμπέτ. Ο καθηγητής των Γαλλικών λεγόταν Μπιγιάρ.
Την πρώτη χρονιά, το σύνολο των μαθητών ήταν 120, όλοι Έλληνες, εκτός από 7-8 Κόπτες και Αρμενίους.
Η φοίτηση ήταν ελεύθερη, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκείας του μαθητή.
Οι αδελφοί Αμπέτ είχαν ορίσει ως πρώτη γλώσσα την ελληνική, αλλά, με την πάροδο των ετών, όλο και περισσότεροι αραβόφωνες έρχονταν να φοιτήσουν στην Σχολή.
Οι διαφορές, στα παιδαγωγικά και παιδονομικά θέματα, υποχρέωσαν την Εφορεία να ιδρύσει το 1876 ιδιαίτερο τμήμα για τους Αραβόφωνες, με πρόγραμμα του Αιγυπτιακού Υπουργείου Παιδείας.
Το 1900, λόγω της αύξησης του αριθμού των μαθητών κάθε χρόνο και της αντίστοιχης αύξησης των αναγκών της Σχολής, η Εφορεία έκτισε νέο σχολικό κτίριο σε χώρο που φρόντισε να βρεί στο κέντρο του Καΐρου, στην οδό Φουάντ.
Το 1955 η Αμπέτειος Σχολή μεταφέρεται στο νέο, πολύ μεγαλύτερο ιδιόκτητο συγκρότημα κτιρίων, που κατασκευάζεται με βάση τις σύγχρονες τότε προδιαγραφές σχολικών κτιρίων και περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, ανεξάρτητο κτίριο θεάτρου και εκδηλώσεων, υπόστεγο γυμναστικής και μεγάλους ελεύθερους χώρους, στην περιοχή του Ντεμερντάς.
Το 1965 η Αμπέτειος Σχολή παύει να είναι αποκλειστικά αρρένων, λόγω της διακοπής λειτουργίας της Αχιλλοπουλείου Σχολής της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου.
Από το 1995, λόγω ραγδαίας μείωσης του αριθμού των μαθητών, η Σχολή λειτουργεί στο κτίριο του Σπετσεροπουλείου, στην περιοχή της Ηλιούπολης.
Ο Σύλλογός μας προσπαθεί με τη απέραντη αγάπη των αποφοίτων αυτής της Σχολής, να κρατήσει το πνεύμα και τις ηθικές αξίες που διδάχτηκαν σ΄αυτήν.
Ένας σημαντικός συνδετικός κρίκος είναι ο ΚΑΔΜΟΣ , το μαθητικό περιοδικό, που ξεκίνησε το 1946 και αναβίωσε στις μέρες μας.
Οι Αμπέτ, εκτός από την ομώνυμη Σχολή, ιδρύσαν και τον Αμπέτειο Οίκο Τυφλών, που εδρεύει στην Καλλιθέα της Αθήνας, και ευεργέτησαν την Ερμούπολη της Σύρου με μεγάλες δωρεές.
Ο τάφος των Αμπέτ, βρίσκεται στο Πατριαρχικό νεκροταφείο του Αγίου Γεωργίου στο Κάϊρο. Στην είσοδο του τάφου υπήρχαν τα αγάλματα του Ραφαήλ και του Ανανία, που σήμερα κοσμούν την είσοδο των γραφείων της Εφορείας στην Γάμρα.
Στο όραμα και την μεγαλοψυχία αυτών των τριών αδελφών, πολλές γενεές Αιγυπτιωτών Ελλήνων οφείλουν, εκτός από την ακαδημαϊκή μόρφωσή τους, και τα πιστεύω τους και το ήθος τους.
Ας είναι οι αδελφοί Αμπέτ παράδειγμα προς μίμηση στην σημερινή εποχή.